Ο πόνος στο θώρακα και οι συνέπειες του

Ο πόνος στο θώρακα κι οι συνέπειές του.


Από τον Μιχάλη Κυριακίδη


Ο
ι διαφορετικές διαγνωστικές προσεγγίσεις (διαφορική διάγνωση) του οξέος θωρακικού πόνου εξακολουθούν να είναι πρόκληση για πολλούς αρρώστους κι η καθυστέρηση στη διάγνωση και την αντιμετώπισή τους μπορεί να αποδειχθεί από επιβλαβής έως και θανατηφόρος.
Σε μία μελέτη από την πόλη Gothenburg της Σουηδίας, μεταξύ όλων των μη χειρουργικών εισαγωγών, σε μία ημέρα εφημερίας στο τοπικό νοσοκομείο, το 20% αυτών γίνονταν για θωρακικό πόνο. Οι αιτίες που μπορούν να προκαλέσουν πόνο στο θώρακα μπορεί να προέρχονται από πολλά σημεία του θώρακα και από τα όργανα που βρίσκονται μέσα σε αυτόν, όπως από την αορτή, την πνευμονική αρτηρία, τον υπεζωκότα (ο χιτώνας που περιβάλλει εσωτερικά το θώρακα), το μεσοθωράκιο (ο χώρος μεταξύ των δύο πνευμόνων), τον οισοφάγο, το θωρακικό τοίχωμα και τα υποδιαφραγματικά όργανα (συκώτι, χολή, στομάχι, πάγκρεας). Όμως, ο οξύς θωρακικός πόνος αποτελεί και την κύρια εκδήλωση της στεφανιαίας νόσου, της νόσου που προκαλείται από την αθηροσκλήρωση των στεφανιαίων αρτηριών (αθηρωματικές αλλοιώσεις που προκαλούν στενώσεις στον αυλό των στεφανιαίων αρτηριών και προδιαθέτουν σε θρομβώσεις κι αποφράξεις και τελικά οδηγούν σε έμφραγμα της καρδιάς).
          Ο Heberden τον 18ο αιώνα περιέγραψε τον πόνο της καρδιάς (στεφανιαίο πόνο – στηθάγχη) ως εξής: «Αυτοί που πάσχουν από στηθάγχη νιώθουν ξαφνικά κι ενώ βαδίζουν – και κυρίως όταν βαδίζουν μετά από γεύμα – ένα πολύ δυσάρεστο αλγεινό αίσθημα στην περιοχή του στήθους, σα να επρόκειτο να τους αφαιρεθεί η ζωή αν συνέχιζαν το περπάτημα ή αν επιτάχυναν το βήμα τους. Από τη στιγμή όμως που σταματούν, όλο αυτό το δυσάρεστο αίσθημα εξαφανίζεται».

Οι κύριοι χαρακτήρες του στηθαγχικού πόνου είναι:
1.     Η παροξυσμική εμφάνισή του
2.     Η βραχεία διάρκειά του
3.     Η χαρακτηριστική εντόπισή του κι η ακτινοβολία του (ο πόνος εντοπίζεται κυρίως πίσω από το στέρνο κι ακτινοβολεί σε ένα ή περισσότερα σημεία, όπως στο λαιμό, την κάτω σιαγώνα, στο αριστερό, συχνότερα, άνω άκρο, αλλά και στο δεξιό, στην πλάτη και στο στομάχι).
4.     Η ιδιαίτερη ποιότητά του (προκαλεί δυσάρεστο συναίσθημα, συναίσθημα επικείμενου θανάτου)
5.     Η πρόκλησή του μετά από προσπάθεια κι η υποχώρησή του με την ανάπαυση.

Σε μια κλινική μελέτη των Pope JH και συνεργατών, στις ΗΠΑ, το 17% των ατόμων με οξύ θωρακικό πόνο που εισήχθησαν στο νοσοκομείο, είχε στεφανιαία νόσο και το 8% από αυτούς οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου. Στην ίδια μελέτη δεν διαγνώσθηκε το έμφραγμα στο 2,1% των αρρώστων στο τμήμα των επειγόντων περιστατικών και συνεπώς, οι άρρωστοι δεν εισήχθησαν στο νοσοκομείο για θεραπεία. Οι άρρωστοι αυτοί είχαν τελικά πολύ μεγαλύτερη από την αναμενόμενη θνητότητα.
Το ηλεκτροκαρδιογράφημα (ΗΚΓ) αποτελεί σπουδαίο μέσο για τη διάγνωση του εμφράγματος της καρδιάς. Όμως, πολλές φορές, κι ιδιαίτερα τις πρώτες ώρες του εμφράγματος, το ΗΚΓ μπορεί να είναι αρνητικό για έμφραγμα. Το ίδιο αρνητικά, για έμφραγμα της καρδιάς, τις λίγες πρώτες ώρες, μπορεί να είναι κι οι βιοχημικοί δείκτες (τροπονίνη, κρεατινοφωσφορική κινάση – CK).
Θωρακικό πόνο, πέρα από τη στεφανιαία νόσο, μπορεί να προκαλέσουν κι άλλες παθήσεις.
Η γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση (παλινδρόμηση τροφών από το στομάχι στον οισοφάγο) κι ο σπασμός του οισοφάγου μπορεί να προκαλέσουν πόνο παρόμοιο με εκείνο της στεφανιαίας νόσου. Πολλές φόρες, στις καταστάσεις αυτές, η διαφορική διάγνωση είναι δύσκολη και μπορεί να χρειασθεί να γίνει στεφανιογραφία για τη διευκρίνιση της αιτίας του πονου.
Η πνευμονική εμβολή (εμβολή θρόμβου αίματος, συνήθως από τις φλέβες των ποδιών, στους πνεύμονες) εκδηλώνεται με έντονο θωρακικό πόνο, δύσπνοια, ταχύπνοια, ταχυκαρδία κι ίσως και με αιμόφυρτα πτύελα. Η πνευμονική εμβολή είναι δυνητικά θανατηφόρος νόσος. Η διάγνωση θα γίνει κυρίως με αξονική τομογραφία στους πνεύμονες.
Το διαχωριστικό ανεύρυσμα της αορτής (σχίσιμο των χιτώνων της αορτής) είναι δυνητικά θανατηφόρα κατάσταση, εκδηλώνεται με πολύ έντονο θωρακικό πόνο, πιο έντονο κι από τον πόνο του εμφράγματος και διαγιγνώσκεται με υπερηχογράφημα κι αξονική τομογραφία της αορτής.
Η περικαρδίτιδα (φλεγμονώδης συλλογή υγρού στο περικάρδιο) χαρακτηρίζεται από θωρακικό πόνο, εντονότερο με τη βαθειά εισπνοή. Ο πόνος διαρκεί πολλές ώρες ή κι ημέρες, συνυπάρχει πυρετός κι η διάγνωση γίνεται με το υπερηχογράφημα.
Ο αυτόματος πνευμοθώρακας (εισβολή αέρα στην κοιλότητα του υπεζωκότα μετά από ρήξη κυψελίδων του πνεύμονα) διαγιγνώσκεται με την κλινική εξέταση από τον γιατρό και με μία ακτινογραφία θώρακα.
Ο έρπης ζωστήρας οφείλεται σε ιό, προκαλεί έντονο πόνο στο θώρακα, κυρίως κατά μήκος των πλευρών. Αρχικά, η διάγνωση μπορεί να μην είναι εμφανής, όμως όταν εμφανισθεί το εξάνθημα του έρπητα, η διάγνωση είναι εύκολη.
Το έλκος του στομάχου, η χολοκυστίτιδα κι η παγκρεατίτιδα αρχικά μπορεί να προκαλέσουν σύγχυση στη διαφορική διάγνωση του θωρακικού πόνου. Αργότερα όμως, όταν εκδηλωθούν όλα τους τα συμπτώματα η διάγνωσή τους γίνεται εύκολη.
Στην οστεοχονδρίτιδα (μυοσκελετικοί πόνοι), ο πόνος στο θώρακα γίνεται εντονότερος με την πίεση των οστών και με τις κινήσεις του θώρακα.
Άλλη αιτία τέλος, που μπορεί να προκαλέσει «πόνο» στο θώρακα είναι η κατάθλιψη. Άτομα «ευαίσθητα» παραπονούνται συνεχώς για αίσθημα βάρους στο θώρακα, χωρίς ιδιαίτερους χαρακτήρες και χωρίς κλινικά κι εργαστηριακά ευρήματα.
Πολλές άλλες καταστάσεις σπάνιες ή λιγότερο σπάνιες μπορεί να προκαλούν και κάποιο είδος θωρακικού πόνου. Άμεση προτεραιότητα θα πρέπει να δοθεί στη διαφορική διάγνωση μεταξύ των παθήσεων των απειλητικών για τη ζωή των αρρώστων και κυρίως μεταξύ του οξέος εμφράγματος της καρδιάς (το συχνότερο αίτιο), του διαχωριστικού ανευρύσματος της αορτής και της πνευμονικής εμβολής.


Δεν υπάρχουν σχόλια: